Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετέκβασις
μετεκβιβάζω
μετέκγονοι
μετεκδέχομαι
μετεκδίδωμι
μετέκδυμα
μετεκδύομαι
μετεκέχειρον
μετεκπνέω
μετεκφώνητος
μετελαύνω
μετελέγχω
μετέλευσις
μετελευστέον
μετελευστέος
Μέτελλος
μετεμβαίνω
μετέμβασις
μετεμβιβάζω
μετεμπίπτω
μετέμφυτος
View word page
μετελαύνω
drive to fresh pasture

ShortDef

drive to fresh pasture

Debugging

Headword:
μετελαύνω
Headword (normalized):
μετελαύνω
Headword (normalized/stripped):
μετελαυνω
IDX:
56444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56445
Key:

Data

{'content': 'drive to fresh pasture'}