Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταχώρησις
μεταψαίρω
μεταψαλάσσω
μεταψηφίζω
μετάψυξις
μετεγγράφω
μετέγγυος
μετεγκεντρίζω
μετεγκλίνω
μετεγχέω
μέτειμι
μέτειμι2
μετεῖπον
μετεισβαίνω
μετεισδύνω
μετεισέρχομαι
μετεκβαίνω
μετέκβασις
μετεκβιβάζω
μετέκγονοι
μετεκδέχομαι
View word page
μέτειμι
be among; (+dat and gen) have a share in

ShortDef

be among; (+dat and gen) have a share in
go among, go after

Debugging

Headword:
μέτειμι
Headword (normalized):
μέτειμι
Headword (normalized/stripped):
μετειμι
IDX:
56427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56428
Key:

Data

{'content': 'be among; (+dat and gen) have a share in'}