Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταχρόνιος
μετάχρονος
μεταχρώννυμι
μετάχυσις
μεταχωρέω
μεταχώρησις
μεταψαίρω
μεταψαλάσσω
μεταψηφίζω
μετάψυξις
μετεγγράφω
μετέγγυος
μετεγκεντρίζω
μετεγκλίνω
μετεγχέω
μέτειμι
μέτειμι2
μετεῖπον
μετεισβαίνω
μετεισδύνω
μετεισέρχομαι
View word page
μετεγγράφω
to put upon a new register
ShortDef
to put upon a new register
Debugging
Headword:
μετεγγράφω
Headword (normalized):
μετεγγράφω
Headword (normalized/stripped):
μετεγγραφω
IDX:
56422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56423
Key:
Data
{'content': 'to put upon a new register'}