Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταχειμάζω
μεταχείρημα
μεταχειρίζω
μεταχείριος
μεταχείρισις
μεταχειριστέος
μεταχειριστικός
μεταχειρόω
μεταχεύομαι
μεταχέω
μεταχθόνιος
μετάχοιρον
μεταχρηματίζω
μεταχρονέω
μεταχρόνιος
μετάχρονος
μεταχρώννυμι
μετάχυσις
μεταχωρέω
μεταχώρησις
μεταψαίρω
View word page
μεταχθόνιος
to land

ShortDef

to land

Debugging

Headword:
μεταχθόνιος
Headword (normalized):
μεταχθόνιος
Headword (normalized/stripped):
μεταχθονιος
IDX:
56408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56409
Key:

Data

{'content': 'to land'}