Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταχάζομαι
μεταχαρακτηρίζω
μεταχαρακτηρισμός
μεταχαράσσω
μεταχάσκω
μεταχειμάζω
μεταχείρημα
μεταχειρίζω
μεταχείριος
μεταχείρισις
μεταχειριστέος
μεταχειριστικός
μεταχειρόω
μεταχεύομαι
μεταχέω
μεταχθόνιος
μετάχοιρον
μεταχρηματίζω
μεταχρονέω
μεταχρόνιος
μετάχρονος
View word page
μεταχειριστέος
to be treated

ShortDef

to be treated

Debugging

Headword:
μεταχειριστέος
Headword (normalized):
μεταχειριστέος
Headword (normalized/stripped):
μεταχειριστεος
IDX:
56403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56404
Key:

Data

{'content': 'to be treated'}