Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταφέψω
μετάφημι
μεταφημίζω
μεταφοιτάω
μεταφορά
μεταφορέω
μεταφορητός
μεταφορικός
μεταφράζομαι
μεταφράζω
μετάφρασις
μεταφραστής
μεταφραστικός
μετάφρενον
μεταφρίσσω
μεταφύομαι
μεταφυτεία
μεταφυτευτέον
μεταφυτεύω
μεταφωνέω
μεταφωτίζομαι
View word page
μετάφρασις
a paraphrasing
ShortDef
a paraphrasing
Debugging
Headword:
μετάφρασις
Headword (normalized):
μετάφρασις
Headword (normalized/stripped):
μεταφρασις
IDX:
56382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56383
Key:
Data
{'content': 'a paraphrasing'}