Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταυγάζω
μεταυδάω
μεταῦθις
μεταύριον
μεταυτίκα
μεταυχένιος
μεταφέρω
μεταφέψω
μετάφημι
μεταφημίζω
μεταφοιτάω
μεταφορά
μεταφορέω
μεταφορητός
μεταφορικός
μεταφράζομαι
μεταφράζω
μετάφρασις
μεταφραστής
μεταφραστικός
μετάφρενον
View word page
μεταφοιτάω
pass from one to another

ShortDef

pass from one to another

Debugging

Headword:
μεταφοιτάω
Headword (normalized):
μεταφοιτάω
Headword (normalized/stripped):
μεταφοιταω
IDX:
56375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56376
Key:

Data

{'content': 'pass from one to another'}