Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετασχηματισμός
μετασχηματιστέον
μετασωματόομαι
μετάταξις
μετατάσσω
μετατεύχω
μετατίθημι
μετατίκτω
μετατραγῳδία
μετατρέπω
μετατρέφω
μετατρέχω
μετατροπαλίζομαι
μετατροπή
μετατροπία
μετάτροπος
μετατρωπάομαι
μετατυπόω
μετατύπωσις
μεταυγάζω
μεταυδάω
View word page
μετατρέφω
bring up among

ShortDef

bring up among

Debugging

Headword:
μετατρέφω
Headword (normalized):
μετατρέφω
Headword (normalized/stripped):
μετατρεφω
IDX:
56356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56357
Key:

Data

{'content': 'bring up among'}