Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναδορά
ἀνάδοσις
ἀναδοτικός
ἀνάδοτος
ἀναδουλόω
ἀναδοχή
ἀνάδοχος
ἀναδραμητέον
ἀναδρέπω
ἀναδρομή
ἀνάδρομος
ἀναδύνω
ἀναδύομαι
ἀνάδυσις
ἀνάεδνος
ἀναείρω
ἀνάελπτος
ἀναέξω
ἀναερτάω
ἀναζάω
ἀνάζεμα
View word page
ἀνάδρομος
running up

ShortDef

running up

Debugging

Headword:
ἀνάδρομος
Headword (normalized):
ἀνάδρομος
Headword (normalized/stripped):
αναδρομος
IDX:
5633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5634
Key:

Data

{'content': 'running up'}