Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μετασκευωρέομαι
μετασκηνόω
μετασοβέω
μετασπάω
μετασπεύδω
μέτασσα
μέτασσαι
μετάσταλσις
μετάστασις
μεταστατέον
μεταστατέος
μεταστατικός
μετάστατος
μεταστείχω
μεταστέλλω
μεταστένω
μεταστήθιον
μεταστοιχεί
μεταστοιχειόω
μεταστοιχί
μεταστολίζομαι
View word page
μεταστατέος
one must alter
ShortDef
one must alter
Debugging
Headword:
μεταστατέος
Headword (normalized):
μεταστατέος
Headword (normalized/stripped):
μεταστατεος
IDX:
56315
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56316
Key:
Data
{'content': 'one must alter'}