Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετασκευαστικός
μετασκευή
μετασκευωρέομαι
μετασκηνόω
μετασοβέω
μετασπάω
μετασπεύδω
μέτασσα
μέτασσαι
μετάσταλσις
μετάστασις
μεταστατέον
μεταστατέος
μεταστατικός
μετάστατος
μεταστείχω
μεταστέλλω
μεταστένω
μεταστήθιον
μεταστοιχεί
μεταστοιχειόω
View word page
μετάστασις
a removing, removal

ShortDef

a removing, removal

Debugging

Headword:
μετάστασις
Headword (normalized):
μετάστασις
Headword (normalized/stripped):
μεταστασις
IDX:
56313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56314
Key:

Data

{'content': 'a removing, removal'}