Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταπράτης
μεταπρεπής
μεταπρέπω
μεταπτοιέω
μετάπτωσις
μεταπτωτικός
μεταπύργιον
μεταρδεύω
μεταρίθμιος
μεταρρευματίζω
μεταρρευματισμός
μεταρρέω
μεταρριζόω
μεταρριπίζω
μεταρρίπτω
μετάρροια
μεταρρυθμίζω
μεταρρύθμισις
μεταρρυθμιστέον
μετάρσιος
μεταρσιόω
View word page
μεταρρευματισμός
change in flux

ShortDef

change in flux

Debugging

Headword:
μεταρρευματισμός
Headword (normalized):
μεταρρευματισμός
Headword (normalized/stripped):
μεταρρευματισμος
IDX:
56287
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56288
Key:

Data

{'content': 'change in flux'}