Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταποτέον
μετάπρασις
μεταπράτης
μεταπρεπής
μεταπρέπω
μεταπτοιέω
μετάπτωσις
μεταπτωτικός
μεταπύργιον
μεταρδεύω
μεταρίθμιος
μεταρρευματίζω
μεταρρευματισμός
μεταρρέω
μεταρριζόω
μεταρριπίζω
μεταρρίπτω
μετάρροια
μεταρρυθμίζω
μεταρρύθμισις
μεταρρυθμιστέον
View word page
μεταρίθμιος
counted among

ShortDef

counted among

Debugging

Headword:
μεταρίθμιος
Headword (normalized):
μεταρίθμιος
Headword (normalized/stripped):
μεταριθμιος
IDX:
56285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56286
Key:

Data

{'content': 'counted among'}