Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταποιητέον
μεταποίνιος
μεταπομπή
Μεταπόντιον
μεταπόντιος
Μεταπόντιος
μεταπορεύδην
μεταπορεύομαι
μεταποτέον
μετάπρασις
μεταπράτης
μεταπρεπής
μεταπρέπω
μεταπτοιέω
μετάπτωσις
μεταπτωτικός
μεταπύργιον
μεταρδεύω
μεταρίθμιος
μεταρρευματίζω
μεταρρευματισμός
View word page
μεταπράτης
one who re-sells

ShortDef

one who re-sells

Debugging

Headword:
μεταπράτης
Headword (normalized):
μεταπράτης
Headword (normalized/stripped):
μεταπρατης
IDX:
56277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56278
Key:

Data

{'content': 'one who re-sells'}