Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μέταπα
μεταπαιδεύω
μεταπαιδιά
μεταπαιφάσσομαι
μεταπαραδίδωμι
μεταπαράδοσις
μεταπαραλαμβάνω
μεταπαραλλάσσω
μεταπαρατίθημι
μεταπαύομαι
μεταπαυσωλή
μεταπείθω
μεταπειράομαι
μεταπείρω
μεταπειστός
μεταπεμπτέος
μετάπεμπτος
μεταπέμπω
μετάπεμψις
μεταπεσσεύω
μεταπέταμαι
View word page
μεταπαυσωλή
rest between-whiles

ShortDef

rest between-whiles

Debugging

Headword:
μεταπαυσωλή
Headword (normalized):
μεταπαυσωλή
Headword (normalized/stripped):
μεταπαυσωλη
IDX:
56238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56239
Key:

Data

{'content': 'rest between-whiles'}