Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετάνοια
μεταντλέω
μέταξα
μεταξάβλαττα
μεταξάριος
μεταξύ
μεταξυλογία
μεταξύτης
μεταξωτός
Μέταπα
μεταπαιδεύω
μεταπαιδιά
μεταπαιφάσσομαι
μεταπαραδίδωμι
μεταπαράδοσις
μεταπαραλαμβάνω
μεταπαραλλάσσω
μεταπαρατίθημι
μεταπαύομαι
μεταπαυσωλή
μεταπείθω
View word page
μεταπαιδεύω
to educate differently

ShortDef

to educate differently

Debugging

Headword:
μεταπαιδεύω
Headword (normalized):
μεταπαιδεύω
Headword (normalized/stripped):
μεταπαιδευω
IDX:
56229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56230
Key:

Data

{'content': 'to educate differently'}