Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταμέλπομαι
μεταμήθεια
μεταμίσγω
μεταμισθόω
μεταμορφόω
μεταμόρφωσις
μεταμοσχεύω
μεταμπίσχω
μεταμυθεύομαι
μεταμφιάζω
μεταμφιέννυμι
μεταμώνιος
μεταναγιγνώσκομαι
μεταναιετάω
μεταναιέτης
μεταναπείθω
μετανάστασις
μετανάστατος
μεταναστεύω
μετανάστης
μετανάστιος
View word page
μεταμφιέννυμι
take off one's own

ShortDef

take off one's own

Debugging

Headword:
μεταμφιέννυμι
Headword (normalized):
μεταμφιέννυμι
Headword (normalized/stripped):
μεταμφιεννυμι
IDX:
56197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56198
Key:

Data

{'content': "take off one's own"}