Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταλλουργέω
μεταλλουργός
μεταλογίζομαι
μεταλόγιον
μεταλωφέω
μεταμάζιος
μεταμαίομαι
μεταμανθάνω
μεταμείβω
μετάμειψις
μεταμέλει
μεταμέλεια
μεταμελητικός
μεταμελητός
μεταμελλησμός
μεταμέλομαι
μετάμελος
μεταμέλπομαι
μεταμήθεια
μεταμίσγω
μεταμισθόω
View word page
μεταμέλει
it repents
ShortDef
it repents
Debugging
Headword:
μεταμέλει
Headword (normalized):
μεταμέλει
Headword (normalized/stripped):
μεταμελει
IDX:
56180
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56181
Key:
Data
{'content': 'it repents'}