Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναδικεῖν
ἀναδικέω
ἀναδικία
ἀνάδικος
ἀναδινεύω
ἀναδινέω
ἀναδιπλασιάζω
ἀναδιπλασιασμός
ἀναδιπλόω
ἀναδίπλωσις
ἀναδιφάω
ἀναδιχότομος
ἀναδοιδυκίζω
ἀνάδομα
ἀναδομέω
ἀναδομή
ἀναδονέω
ἀναδορά
ἀνάδοσις
ἀναδοτικός
ἀνάδοτος
View word page
ἀναδιφάω
grope after
ShortDef
grope after
Debugging
Headword:
ἀναδιφάω
Headword (normalized):
ἀναδιφάω
Headword (normalized/stripped):
αναδιφαω
IDX:
5616
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5617
Key:
Data
{'content': 'grope after'}