Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταλλεῖον
μεταλλεύς
μετάλλευσις
μεταλλευτής
μεταλλευτικός
μεταλλευτός
μεταλλεύω
μεταλλίζομαι
μεταλλικός
μεταλλίτης
μεταλλοιόω
μεταλλοίωσις
μέταλλον
μεταλλουργεῖον
μεταλλουργέω
μεταλλουργός
μεταλογίζομαι
μεταλόγιον
μεταλωφέω
μεταμάζιος
μεταμαίομαι
View word page
μεταλλοιόω
change
ShortDef
change
Debugging
Headword:
μεταλλοιόω
Headword (normalized):
μεταλλοιόω
Headword (normalized/stripped):
μεταλλοιοω
IDX:
56166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56167
Key:
Data
{'content': 'change'}