Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταλγής
μεταλδήσκω
μεταλήγω
μεταληπτέον
μεταληπτικός
μετάληψις
μεταλισχευτέον
μεταλλαγή
μεταλλακτέον
μεταλλακτήρ
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάρχης
μεταλλάσσω
μετάλλατος
μεταλλάω
μεταλλεία
μεταλλεῖον
μεταλλεύς
μετάλλευσις
μεταλλευτής
View word page
μεταλλακτός
changed, altered

ShortDef

changed, altered

Debugging

Headword:
μεταλλακτός
Headword (normalized):
μεταλλακτός
Headword (normalized/stripped):
μεταλλακτος
IDX:
56149
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56150
Key:

Data

{'content': 'changed, altered'}