Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλγέω
μεταλγής
μεταλδήσκω
μεταλήγω
μεταληπτέον
μεταληπτικός
μετάληψις
μεταλισχευτέον
μεταλλαγή
μεταλλακτέον
μεταλλακτήρ
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάρχης
μεταλλάσσω
μετάλλατος
μεταλλάω
μεταλλεία
View word page
μεταλισχευτέον
one must transplant

ShortDef

one must transplant

Debugging

Headword:
μεταλισχευτέον
Headword (normalized):
μεταλισχευτέον
Headword (normalized/stripped):
μεταλισχευτεον
IDX:
56145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56146
Key:

Data

{'content': 'one must transplant'}