Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακτίζω
μετακυκλέομαι
μετακυλίνδω
μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλγέω
μεταλγής
μεταλδήσκω
μεταλήγω
μεταληπτέον
μεταληπτικός
μετάληψις
μεταλισχευτέον
μεταλλαγή
μεταλλακτέον
μεταλλακτήρ
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάρχης
μεταλλάσσω
View word page
μεταληπτέον
one must have a share of

ShortDef

one must have a share of

Debugging

Headword:
μεταληπτέον
Headword (normalized):
μεταληπτέον
Headword (normalized/stripped):
μεταληπτεον
IDX:
56142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56143
Key:

Data

{'content': 'one must have a share of'}