Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακόσμιος
μετακρούω
μετακτέον
μετακτίζω
μετακυκλέομαι
μετακυλίνδω
μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλγέω
μεταλγής
μεταλδήσκω
μεταλήγω
μεταληπτέον
μεταληπτικός
μετάληψις
μεταλισχευτέον
μεταλλαγή
μεταλλακτέον
μεταλλακτήρ
μεταλλακτός
View word page
μεταλγής
bringing sorrow in its train

ShortDef

bringing sorrow in its train

Debugging

Headword:
μεταλγής
Headword (normalized):
μεταλγής
Headword (normalized/stripped):
μεταλγης
IDX:
56139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56140
Key:

Data

{'content': 'bringing sorrow in its train'}