Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακολουθέω
μετακομιδή
μετακομίζω
μετακόμισις
μετακομιστέος
μετακόνδυλοι
μετακόπτω
μετακοσμέω
μετακόσμησις
μετακόσμιος
μετακρούω
μετακτέον
μετακτίζω
μετακυκλέομαι
μετακυλίνδω
μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλγέω
μεταλγής
μεταλδήσκω
View word page
μετακρούω
push into another position

ShortDef

push into another position

Debugging

Headword:
μετακρούω
Headword (normalized):
μετακρούω
Headword (normalized/stripped):
μετακρουω
IDX:
56130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56131
Key:

Data

{'content': 'push into another position'}