Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακλητέος
μετάκλητος
μετακλίνω
μετάκλισις
μετακλύζω
μετακοιμίζομαι
μετακοίμιος
μετάκοινος
μετακοίνωνος
μετακολουθέω
μετακομιδή
μετακομίζω
μετακόμισις
μετακομιστέος
μετακόνδυλοι
μετακόπτω
μετακοσμέω
μετακόσμησις
μετακόσμιος
μετακρούω
μετακτέον
View word page
μετακομιδή
transporting, conveying

ShortDef

transporting, conveying

Debugging

Headword:
μετακομιδή
Headword (normalized):
μετακομιδή
Headword (normalized/stripped):
μετακομιδη
IDX:
56121
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56122
Key:

Data

{'content': 'transporting, conveying'}