Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετακλαίω
μετακλείω
μετακληρουχέω
μετάκλησις
μετακλητέος
μετάκλητος
μετακλίνω
μετάκλισις
μετακλύζω
μετακοιμίζομαι
μετακοίμιος
μετάκοινος
μετακοίνωνος
μετακολουθέω
μετακομιδή
μετακομίζω
μετακόμισις
μετακομιστέος
μετακόνδυλοι
μετακόπτω
μετακοσμέω
View word page
μετακοίμιος
bringing respite

ShortDef

bringing respite

Debugging

Headword:
μετακοίμιος
Headword (normalized):
μετακοίμιος
Headword (normalized/stripped):
μετακοιμιος
IDX:
56117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56118
Key:

Data

{'content': 'bringing respite'}