Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταΐσσω
μεταιτέω
μεταίτης
μεταίτιος
μεταίχμιον
μεταίχμιος
μετακαθέζομαι
μετακαθίζω
μετακαθοπλίζω
μετακαινίζω
μετακαλέω
μετακάρπιον
μετακατασκευάζω
μετακατασκευή
μετακαταχέω
μετακαταψύχομαι
μετάκειμαι
μετακενόω
μετακεντρίζω
μετακεράννυμι
μετάκερας
View word page
μετακαλέω
to call away to another place

ShortDef

to call away to another place

Debugging

Headword:
μετακαλέω
Headword (normalized):
μετακαλέω
Headword (normalized/stripped):
μετακαλεω
IDX:
56088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56089
Key:

Data

{'content': 'to call away to another place'}