Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταΐγδην
μεταΐζω
μεταίρω
μεταΐσσω
μεταιτέω
μεταίτης
μεταίτιος
μεταίχμιον
μεταίχμιος
μετακαθέζομαι
μετακαθίζω
μετακαθοπλίζω
μετακαινίζω
μετακαλέω
μετακάρπιον
μετακατασκευάζω
μετακατασκευή
μετακαταχέω
μετακαταψύχομαι
μετάκειμαι
μετακενόω
View word page
μετακαθίζω
shift one's position

ShortDef

shift one's position

Debugging

Headword:
μετακαθίζω
Headword (normalized):
μετακαθίζω
Headword (normalized/stripped):
μετακαθιζω
IDX:
56085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56086
Key:

Data

{'content': "shift one's position"}