Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταδόσιμον
μετάδοσις
μεταδοτέον
μεταδοτέος
μεταδότης
μεταδοτικός
μετάδουπος
μεταδρομάδην
μεταδρομή
μετάδρομος
μέταζε
μεταζεύγνυμι
μεταζήτησις
μετάθεσις
μεταθετέον
μετάθετος
μεταθέω
μεταθύω
μεταιβολία
μεταΐγδην
μεταΐζω
View word page
μέταζε
afterwards, in the rear

ShortDef

afterwards, in the rear

Debugging

Headword:
μέταζε
Headword (normalized):
μέταζε
Headword (normalized/stripped):
μεταζε
IDX:
56066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56067
Key:

Data

{'content': 'afterwards, in the rear'}