Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταδιόρθωσις
μεταδιορισμός
μεταδιωκτέον
μεταδίωκτος
μεταδιώκω
μεταδίωξις
μεταδοκέω
μεταδοξάζω
μεταδόρπιος
μεταδόσιμον
μετάδοσις
μεταδοτέον
μεταδοτέος
μεταδότης
μεταδοτικός
μετάδουπος
μεταδρομάδην
μεταδρομή
μετάδρομος
μέταζε
μεταζεύγνυμι
View word page
μετάδοσις
the giving a share, imparting
ShortDef
the giving a share, imparting
Debugging
Headword:
μετάδοσις
Headword (normalized):
μετάδοσις
Headword (normalized/stripped):
μεταδοσις
IDX:
56057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56058
Key:
Data
{'content': 'the giving a share, imparting'}