Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταδιοίκησις
μεταδίομαι
μεταδιορθόω
μεταδιόρθωσις
μεταδιορισμός
μεταδιωκτέον
μεταδίωκτος
μεταδιώκω
μεταδίωξις
μεταδοκέω
μεταδοξάζω
μεταδόρπιος
μεταδόσιμον
μετάδοσις
μεταδοτέον
μεταδοτέος
μεταδότης
μεταδοτικός
μετάδουπος
μεταδρομάδην
μεταδρομή
View word page
μεταδοξάζω
to change one's opinion

ShortDef

to change one's opinion

Debugging

Headword:
μεταδοξάζω
Headword (normalized):
μεταδοξάζω
Headword (normalized/stripped):
μεταδοξαζω
IDX:
56054
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56055
Key:

Data

{'content': "to change one's opinion"}