Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταδιοικέω
μεταδιοίκησις
μεταδίομαι
μεταδιορθόω
μεταδιόρθωσις
μεταδιορισμός
μεταδιωκτέον
μεταδίωκτος
μεταδιώκω
μεταδίωξις
μεταδοκέω
μεταδοξάζω
μεταδόρπιος
μεταδόσιμον
μετάδοσις
μεταδοτέον
μεταδοτέος
μεταδότης
μεταδοτικός
μετάδουπος
μεταδρομάδην
View word page
μεταδοκέω
to change one's opinion

ShortDef

to change one's opinion

Debugging

Headword:
μεταδοκέω
Headword (normalized):
μεταδοκέω
Headword (normalized/stripped):
μεταδοκεω
IDX:
56053
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56054
Key:

Data

{'content': "to change one's opinion"}