Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεταδειπνέω
μεταδετέον
μεταδέχομαι
μεταδέω
μεταδήμιος
μεταδιαιτάω
μεταδιαταγή
μεταδιατάσσω
μεταδιατίθεμαι
μεταδιδάσκω
μεταδίδωμι
μεταδιεράω
μεταδιοικέω
μεταδιοίκησις
μεταδίομαι
μεταδιορθόω
μεταδιόρθωσις
μεταδιορισμός
μεταδιωκτέον
μεταδίωκτος
μεταδιώκω
View word page
μεταδίδωμι
to give part of, give a share of
ShortDef
to give part of, give a share of
Debugging
Headword:
μεταδίδωμι
Headword (normalized):
μεταδίδωμι
Headword (normalized/stripped):
μεταδιδωμι
IDX:
56041
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56042
Key:
Data
{'content': 'to give part of, give a share of'}