Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεταγραφεύς
μεταγραφή
μεταγραφικός
μεταγράφω
μετάγω
μεταγωγή
μεταγωγός
μεταδαίνυμαι
μεταδειπνέω
μεταδετέον
μεταδέχομαι
μεταδέω
μεταδήμιος
μεταδιαιτάω
μεταδιαταγή
μεταδιατάσσω
μεταδιατίθεμαι
μεταδιδάσκω
μεταδίδωμι
μεταδιεράω
μεταδιοικέω
View word page
μεταδέχομαι
to be participated in

ShortDef

to be participated in

Debugging

Headword:
μεταδέχομαι
Headword (normalized):
μεταδέχομαι
Headword (normalized/stripped):
μεταδεχομαι
IDX:
56033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56034
Key:

Data

{'content': 'to be participated in'}