Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μεταγείτνια
Μεταγείτνιος
Μεταγειτνιών
μεταγενής
μεταγεννάω
μεταγίγνομαι
μεταγιγνώσκω
μετάγνοια
μεταγνώμη
μετάγνωσις
μεταγραμματίζω
μεταγραμματισμός
μεταγραπτέον
μεταγραφεύς
μεταγραφή
μεταγραφικός
μεταγράφω
μετάγω
μεταγωγή
μεταγωγός
μεταδαίνυμαι
View word page
μεταγραμματίζω
transpose the letters of a word
ShortDef
transpose the letters of a word
Debugging
Headword:
μεταγραμματίζω
Headword (normalized):
μεταγραμματίζω
Headword (normalized/stripped):
μεταγραμματιζω
IDX:
56020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56021
Key:
Data
{'content': 'transpose the letters of a word'}