Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀβαρνίς
Ἄβας
ἀβασάνιστος
ἀβασίλευτος
ἀβασκάνιστος
ἀβάσκανος
ἀβάσκαντος
ἀβάστακτος
ἀβατόομαι
ἄβατος
ἀββα
ΑΒΓ
ἀβδέλυκτος
Ἄβδηρα
Ἀβδηρίτης
Ἀβδηριτικός
ἄβδης
ἀβέβαιος
ἀβεβαιότης
ἀβέβηλος
Ἄβελος
View word page
ἀββα
father

ShortDef

father

Debugging

Headword:
ἀββα
Headword (normalized):
ἀββα
Headword (normalized/stripped):
αββα
IDX:
55
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56
Key:

Data

{'content': 'father'}