Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεσόχθων
μεσόχλοος
μεσόχορος
μεσοχρόνιος
μεσόχροος
μεσόχωρος
μεσόω
μεσπίλη
μέσπιλον
μεσπιλώδης
μέσπλη
Μέσσα
Μεσσάλας
Μεσσάνιος
Μεσσάπιος
μέσσατος
Μεσσηΐς
Μεσσήνη
Μεσσήνιος
μεσσογενής
μεσσόθεν
View word page
μέσπλη
moon
ShortDef
moon
Debugging
Headword:
μέσπλη
Headword (normalized):
μέσπλη
Headword (normalized/stripped):
μεσπλη
IDX:
55951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55952
Key:
Data
{'content': 'moon'}