Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μέσουροι
μεσοφάλακρος
μεσοφανής
μεσοφαράγγιον
μεσόφθαλμος
μεσοφλέβιον
μεσόφρυον
μεσόχθων
μεσόχλοος
μεσόχορος
μεσοχρόνιος
μεσόχροος
μεσόχωρος
μεσόω
μεσπίλη
μέσπιλον
μεσπιλώδης
μέσπλη
Μέσσα
Μεσσάλας
Μεσσάνιος
View word page
μεσοχρόνιος
having an average duration of life

ShortDef

having an average duration of life

Debugging

Headword:
μεσοχρόνιος
Headword (normalized):
μεσοχρόνιος
Headword (normalized/stripped):
μεσοχρονιος
IDX:
55944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55945
Key:

Data

{'content': 'having an average duration of life'}