Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεσοσυλλαβέω
μεσοσυλλαβία
μεσόσφαιρος
μεσοσχιδής
μεσοταγής
μεσοτείχιος
μεσότης
μεσότοιχον
μεσότοιχος
μεσοτομέω
μεσότομος
μεσοτριβακόν
μεσοτριβής
μεσότυχος
μεσουρανέω
μεσουράνημα
μεσουράνησις
μεσουράνιος
μεσούριον
μέσουροι
μεσοφάλακρος
View word page
μεσότομος
cut through the middle

ShortDef

cut through the middle

Debugging

Headword:
μεσότομος
Headword (normalized):
μεσότομος
Headword (normalized/stripped):
μεσοτομος
IDX:
55925
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55926
Key:

Data

{'content': 'cut through the middle'}