Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεσομήρια
μεσόμφαλος
μεσόνεοι
μεσονεφής
μεσονύκτιος
μεσόνυξ
μεσοπαγής
μεσοπερσικός
μεσόπλατος
μεσοπλεύριος
μεσόπλουτος
μεσοπόντιος
μεσοπορέω
μεσοπορία
μεσοπορικόν
μεσοπόρος
μεσοπόρφυρος
μεσοποτάμιος
μεσοπτερύγια
μεσόπτωτα
μεσοπύγιον
View word page
μεσόπλουτος
moderately rich

ShortDef

moderately rich

Debugging

Headword:
μεσόπλουτος
Headword (normalized):
μεσόπλουτος
Headword (normalized/stripped):
μεσοπλουτος
IDX:
55895
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55896
Key:

Data

{'content': 'moderately rich'}