Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεσόγραφος
μεσοδάκτυλον
μεσοδάκτυλος
μεσοδερκής
μεσόδμη
μεσόδοκον
μεσοειδής
μεσόζευγμα
μεσόθριξ
μέσοι
μεσόκλαστος
μεσοκνήμιον
μεσόκοιλος
μεσόκοπος
μεσοκουράδες
μεσόκουρος
μεσόκρανον
μεσοκρινής
μεσοκύνιον
μεσόκωλον
μεσολαβέω
View word page
μεσόκλαστος
broken off in the middle

ShortDef

broken off in the middle

Debugging

Headword:
μεσόκλαστος
Headword (normalized):
μεσόκλαστος
Headword (normalized/stripped):
μεσοκλαστος
IDX:
55867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55868
Key:

Data

{'content': 'broken off in the middle'}