Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεσογονάτιον
μεσόγραφος
μεσοδάκτυλον
μεσοδάκτυλος
μεσοδερκής
μεσόδμη
μεσόδοκον
μεσοειδής
μεσόζευγμα
μεσόθριξ
μέσοι
μεσόκλαστος
μεσοκνήμιον
μεσόκοιλος
μεσόκοπος
μεσοκουράδες
μεσόκουρος
μεσόκρανον
μεσοκρινής
μεσοκύνιον
μεσόκωλον
View word page
μέσοι
in the midst, between

ShortDef

in the midst, between

Debugging

Headword:
μέσοι
Headword (normalized):
μέσοι
Headword (normalized/stripped):
μεσοι
IDX:
55866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55867
Key:

Data

{'content': 'in the midst, between'}