Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεσεντέριον
μεσέρκειος
μεσευθύς
μεσεύω
μέση
μεσηγύ
μεσήεις
μεσῆλιξ
μεσημβρία
μεσημβριάζω
μεσημβρινός
μεσήμβριον
μεσημέριος
μεσήπειρος
μεσηρεύω
μεσήρης
μέσης
Μέσθλης
μεσίδιον
μεσίδιος
μεσιδιόω
View word page
μεσημβρινός
belonging to noon, about noon, noontide
ShortDef
belonging to noon, about noon, noontide
Debugging
Headword:
μεσημβρινός
Headword (normalized):
μεσημβρινός
Headword (normalized/stripped):
μεσημβρινος
IDX:
55833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55834
Key:
Data
{'content': 'belonging to noon, about noon, noontide'}