Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεσεμβολέω
μεσεμβόλημα
μεσεμβόλησις
μεσέμβολος
μεσεντέριον
μεσέρκειος
μεσευθύς
μεσεύω
μέση
μεσηγύ
μεσήεις
μεσῆλιξ
μεσημβρία
μεσημβριάζω
μεσημβρινός
μεσήμβριον
μεσημέριος
μεσήπειρος
μεσηρεύω
μεσήρης
μέσης
View word page
μεσήεις
middle, middling

ShortDef

middle, middling

Debugging

Headword:
μεσήεις
Headword (normalized):
μεσήεις
Headword (normalized/stripped):
μεσηεις
IDX:
55829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55830
Key:

Data

{'content': 'middle, middling'}