Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μέσακτος
μεσαύλιον
Μεσαύλιος
μέσαυλος
μεσαύχην
μεσεγγυάω
μεσεγγύη
μεσεγγύημα
μεσεγγυόομαι
μεσέγγυος
μεσεμβολέω
μεσεμβόλημα
μεσεμβόλησις
μεσέμβολος
μεσεντέριον
μεσέρκειος
μεσευθύς
μεσεύω
μέση
μεσηγύ
μεσήεις
View word page
μεσεμβολέω
intercalate
ShortDef
intercalate
Debugging
Headword:
μεσεμβολέω
Headword (normalized):
μεσεμβολέω
Headword (normalized/stripped):
μεσεμβολεω
IDX:
55819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55820
Key:
Data
{'content': 'intercalate'}