Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μένος
μεντάγρα
Μέντης
μέντοι
Μεντορουργής
Μέντωρ
μένω
Μένων
μεράρχης
μεραρχία
Μεργάνη
Μεριδάρπαξ
μεριδάρχης
μεριδαρχία
μερίδιον
μερίζω
μερικεύω
μερικός
μέριμνα
μερίμναμα
μεριμνάω
View word page
Μεργάνη
Mergane
ShortDef
Mergane
Debugging
Headword:
Μεργάνη
Headword (normalized):
μεργάνη
Headword (normalized/stripped):
μεργανη
IDX:
55754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55755
Key:
Data
{'content': 'Mergane'}