Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μενεμηλάδες
Μενέξενος
μενεπτόλεμος
Μενεσθεύς
Μενέσθης
Μενέσθιος
Μενεσθώ
μενετέον
μενετέος
μενετικός
μενετός
μενεχάρμης
μένημα
μενητέον
Μενίππη
μενοεικής
Μενοικεύς
μενοινάω
μενοινή
Μενοιτιάδης
Μενοίτιος
View word page
μενετός
inclined to wait, patient

ShortDef

inclined to wait, patient

Debugging

Headword:
μενετός
Headword (normalized):
μενετός
Headword (normalized/stripped):
μενετος
IDX:
55733
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55734
Key:

Data

{'content': 'inclined to wait, patient'}