Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεμονωμένως
μεμόριον
μεμπτέος
μεμπτός
Μέμφις
Μεμφίτιον
μέμφομαι
μεμψιβολέω
μεμψιμοιρέω
μεμψιμοιρητέον
μεμψιμοιρία
μεμψίμοιρος
μέμψις
μέν
μεναίχμης
μένανδρος
Μένανδρος
Μενδαῖος
Μένδη
Μένδης
μενεαίνω
View word page
μεμψιμοιρία
faultfinding
ShortDef
faultfinding
Debugging
Headword:
μεμψιμοιρία
Headword (normalized):
μεμψιμοιρία
Headword (normalized/stripped):
μεμψιμοιρια
IDX:
55701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55702
Key:
Data
{'content': 'faultfinding'}