Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μεμνόνειος
Μέμνων
μεμοιραμένως
μεμολυσμένως
μέμονα
μεμονωμένως
μεμόριον
μεμπτέος
μεμπτός
Μέμφις
Μεμφίτιον
μέμφομαι
μεμψιβολέω
μεμψιμοιρέω
μεμψιμοιρητέον
μεμψιμοιρία
μεμψίμοιρος
μέμψις
μέν
μεναίχμης
μένανδρος
View word page
Μεμφίτιον
jar

ShortDef

jar

Debugging

Headword:
Μεμφίτιον
Headword (normalized):
μεμφίτιον
Headword (normalized/stripped):
μεμφιτιον
IDX:
55696
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55697
Key:

Data

{'content': 'jar'}